Post main image

Η Παιδοδοντίατρος Δημητράκη Διονυσία μας δίνει απαντήσεις στις πιο συχνές ερωτήσεις σχετικά με το βούρτσισμα των δοντιών των παιδιών.

Πότε ξεκινούμε το βούρτσισμα των δοντιών;

Το βούρτσισμα με χρήση φθοριούχας οδοντόκρεμας ξεκινά ήδη από την εμφάνιση του πρώτου δοντιού στο στόμα του παιδιού!
Το βούρτσισμα των δοντιών βοηθά στην πρόληψη των δύο πιο σημαντικών νόσων του στόματος, της ουλίτιδας και της τερηδόνας. Επίσης, βοηθά στην εξοικείωση του παιδιού με το βούρτσισμα και την εγκατάσταση από νωρίς σωστών συνηθειών που θα το ακολουθούν σε όλη τη μετέπειτα ζωή του, γλιτώνοντάς το από πολλές ταλαιπωρίες! Η πρόληψη ξεκινά από νωρίς για να ναι αποτελεσματική!

Πόσο συχνά πρέπει να βουρτσίζουμε τα δόντια;

Το βούρτσισμα των δοντιών πρέπει να γίνεται τουλάχιστον 2 φορές τη μέρα, πρωί και βράδυ. Το πιο σημαντικό από τα δύο βουρτσίσματα είναι το βραδινό. Με το βούρτσισμα πριν τον ύπνο καθαρίζουμε όλα τα υπολείμματα τροφών που χουν κολλήσει στα δόντια του παιδιού και βοηθούμε στην απομάκρυνση της μικροβιακής πλάκας, των μικροβίων δηλαδή που ζουν μέσα στο οικοσύστημα του στόματος. Έτσι, δεν υπάρχουν ούτε πολλά μικρόβια ούτε τρόφιμα γι αυτά ώστε να κάνουν τη δουλειά τους ανενόχλητα!

Πρέπει να βουρτσίζουμε αμέσως μετά από κάθε γεύμα και μετά το γλυκό;

Η απάντηση είναι όχι!
Για τα παιδιά αρκεί το βούρτσισμα να γίνεται πρωί και βράδυ. Το βούρτσισμα δεν πρέπει να γίνεται αμέσως μετά τα γεύματα, όσο περίεργο κι αν ακούγεται. Κατά τη διάρκεια της μέρας, τα μικρόβια που ζουν φυσιολογικά μέσα στο στόμα μας πολλαπλασιάζονται. Καθώς καταναλώνουμε υδατάνθρακες – ζάχαρη σε όλες τις μορφές και τροφές πλούσιες σε άμυλο – (οι κυριότερες πηγές διατροφής για τα μικρόβια του στόματος), τα μικρόβια καταναλώνουν κι αυτά τις τροφές μας. Το αποτέλεσμα της διατροφής τους είναι να αποβάλουν οξέα επάνω στις επιφάνειες των δοντιών μας, δημιουργώντας έτσι μικρές εστίες διάβρωσης της επιφάνειας της αδαμαντίνης του δοντιού (το σκληρό περίβλημα του δοντιού ή αλλιώς σμάλτο). Μετά το γεύμα το καλύτερο που μπορούμε να κάνουμε είναι να ξεπλύνουμε προσεκτικά τα δόντια ώστε να φύγουν τα κολλημένα υπολείμματα των τροφών και να αδρανοποιηθούν τα οξέα με τη βοήθεια του σάλιου. Το σάλιο επίσης θα βοηθήσει να κερδίσουν ξανά τα δόντια τα χαμένα τους άλατα και να «επουλωθούν». Η διαδικασία αυτή διαρκεί περίπου μισή ώρα. Συνεπώς, δε βουρτσίζουμε μέσα σε αυτό το χρονικό διάστημα για να μην διαταράξουμε την διαδικασία αυτή και τρίψουμε περισσότερο και τα ήδη ταλαιπωρημένα δόντια μας.

Πρέπει να βουρτσίζουν οι γονείς τα δόντια των παιδιών ή να αφήνουμε μόνα τα παιδιά ώστε να μαθαίνουν από νωρίς;

Ο συνδυασμός των δύο παραπάνω είναι η συνταγή της επιτυχίας! Η οδηγία «πήγαινε στο μπάνιο να πλύνεις δόντια» δεν συνεπάγεται ότι τα δόντια θα πλυθούν…και μάλιστα σωστά! Στις ηλικίες των 2-5 όλοι ξέρουμε και πόσο αποτελεσματικό είναι το «μόνος/μόνη μου»…
Το βούρτσισμα, λοιπόν, πρέπει να γίνεται με τη βοήθεια του γονέα ως την ηλικία περίπου των 7 ετών οπότε το παιδί μπορεί πλέον να δέσει καλά τα κορδόνια του ή να κάνει «στρωτά» γράμματα στο σχολείο. Αυτό συμπίπτει με την ανάπτυξη της λεπτής κινητικότητας, της ικανότητας δηλαδή του παιδιού να κάνει λεπτομερείς κινήσεις με επιδεξιότητα. Ο ρόλος του γονέα στο βούρτσισμα είναι πολλαπλός. Ο γονέας βοηθά, ελέγχει, παρατηρεί, ενθαρρύνει και συμβουλεύει.
Στη βρεφική ηλικία το βούρτσισμα γίνεται αποκλειστικά από το γονέα βουρτσίζοντας επιμελώς όλες τις επιφάνειες των δοντιών. Στην ηλικία των 2-3 ετών το βούρτσισμα γίνεται συνεργατικά, με τον γονέα  ακόμα να έχει τον κύριο ρόλο, αλλά και το μικρό παιδί να αντιγράφει τις βασικές κινήσεις ώστε να εξασκεί τα χέρια του. Μεγαλώνοντας, ο γονέας συνεχίζει να έχει τον έλεγχο του βουρτσίσματος ενθαρρύνοντας το παιδί να βουρτσίζει τις διαφορετικές επιφάνειες των δοντιών ακολουθώντας μία σειρά, παρέχοντας βοήθεια στις επιφάνειες που είναι δύσκολο να προσπελαστούν από το παιδί. Σταδιακά, ο ρόλος του γονέα στη σχολική ηλικία μετατρέπεται σε παρατηρητή, όπου επιβεβαιώνει το σωστό βούρτσισμα και βοηθά μόνο όπου χρειάζεται. Το στοιχείο του βουρτσίσματος που παραμένει ίδιο σε όλη την προσχολική και πρώτη σχολική ηλικία είναι ότι ο γονέας τοποθετεί την σωστή ποσότητα οδοντόκρεμας στη οδοντόβουρτσα του παιδιού.

Τι οδοντόκρεμα να επιλέξω;

Το βασικό στοιχείο που ελέγχουμε στις οδοντόκρεμες είναι η περιεκτικότητά τους σε φθόριο. Συνήθως, για τις ηλικίες 0-6 ετών η συνιστώμενη περιεκτικότητα είναι 1000ppm φθορίου (ppm=μονάδα μέτρησης περιεκτικότητας) και 1450ppm από τα 6 έτη και εφ’ όρου ζωής.
Η ποσότητα της οδοντόκρεμας είναι επίσης σημαντική και ξεκινά από επίχρισμα στα πρώτα χρόνια και αυξάνεται σε μέγεθος μπιζελιού αναλογικά με την ηλικία του παιδιού.
Οι σωστές και εξατομικευμένες οδηγίες που προσαρμόζονται στις ανάγκες του κάθε παιδιού θα δοθούν από τον/την Παιδοδοντίατρό του!

Μπορείς να διαβάσεις επίσης στο KIDOTmou:

Ποια είναι η σωστή ηλικία για την πρώτη επίσκεψη στον παιδοδοντίατρο;