Post main image

Γράφει η MSc Κλινική Ψυχολόγος, Συστημική Ψυχοθεραπεύτρια, Νιόβη Βέλλιου
Έρευνα του 2007 στη χώρα μας, αποτύπωνε πως στο διαζύγιο, η επιμέλεια των παιδιών (διαμονή, εκπαίδευση, καθημερινή φροντίδα) δίνεται στη μητέρα σε ποσοστό 90% περίπου. Ο πατέρας φαίνεται να μην διεκδικεί την αποκλειστική, ούτε όμως και την από κοινού επιμέλεια των παιδιών. Άραγε αυτό μεταφράζεται ως ελλιπές ενδιαφέρον του πατέρα για τα παιδιά του, ή ως συμμόρφωση με την κυρίαρχη άποψη και πρακτική ότι “τα παιδιά χρειάζονται την μητέρα για να μεγαλώσουν”; Τι θα έδειχνε μια τέτοια έρευνα το 2020 και τι το 2030?
Οι κοινωνικές αλλαγές των τελευταίων χρόνων, έχουν προκαλέσει αναταράξεις στους βαθιά ριζωμένους παραδοσιακούς ρόλους γυναικών και ανδρών. Ο σύγχρονος άνδρας δειλά αρχίζει να απεκδύεται την πανοπλία του και να εγκαταλείπει την ηγεμονική του θέση. Αμφισβητεί τη μονοδιάστατη εικόνα που είχε εκείνος για τον εαυτό του και οι άλλοι γι’ αυτόν. Ανακαλύπτει κοµµάτια του άγνωστα και διαμορφώνει νέες αξίες κι επιδιώξεις που τελικά του δίνουν νέα νοήματα ζωής. Όλο αυτό αντανακλάται στις σχέσεις του: επαγγελματικές, κοινωνικές, οικογενειακές και στους ρόλους του ως σύζυγος και πατέρας. Εμπλέκεται ενεργά, χωρίς αναστολές και ενδοιασµούς στην οικογενειακή ζωή, γίνεται λιγότερο αμήχανος με τα συναισθήματα και την επικοινωνία τους, αναλαµβάνει τη φυσική και συναισθηματική φροντίδα των παιδιών του.

Η σύγχρονη πατρότητα διευρύνεται και πια δεν απαιτεί άνδρες ρωμαλέους και σκληρούς, αλλά άνδρες έτοιμους να αναγνωρίσουν και να αποδεχθούν και άλλες πλευρές τους και να μπουν σε μια διαδικασία προσωπικής ανακάλυψης μεγαλώνοντας (με) τα παιδιά τους. Άλλωστε, η κλινική εμπειρία φανερώνει πως η συνεργασία των γονιών και η συμπληρωματικότητά τους μέσα από τις ιδιαιτερότητες του χαρακτήρα και το φύλο του καθενός βοηθούν το παιδί να ορίσει την θέση του στον κόσμο, με τον ίδιο τρόπο που ένα καράβι που γνωρίζει τα δυο σημεία του ορίζοντα μπορεί να ορίσει την θέση του στον ωκεανό (Skynner, 1987).

Όταν ακούω πατέρας, στο δικό μου μυαλό έρχεται στο δικό μου μυαλό έρχεται ένας ιδιαίτερος, αστείος και χαρισματικός πατέρας ο Γκουίντο (Roberto Benigni) του La Vita è Bella, που αποφασισμένος να προστατέψει τον γιο του από τον παραλογισμό του πολέμου χρησιμοποιεί σαν όπλο, όχι τη γροθιά του, αλλά το κουράγιο και την φαντασία του και στήνει ένα παιχνίδι επιβίωσης στο στρατόπεδο συγκέντρωσης όπου φυλακίζεται με το γιο του. «Αν κλάψεις και ζητήσεις τη μαμά ή αν πεις ότι πεινάς, θα χάσεις. Αν όμως καταφέρεις να συγκεντρώσεις χίλιους πόντους, θα κερδίσεις ένα άρμα μάχης». Ο Γκουίντο, παρότι εξαντλημένος σωματικά και ψυχικά, αγωνίζεται να προστατέψει το παιδί «παίζοντας» μαζί του μέχρι τελευταία στιγμή. Η ταινία έχει χαρακτηριστεί ως ύμνος στον αγώνα του ανθρώπου για την επιβίωση. Όμως πέρα από αυτό είναι και μια ιστορία βαθιάς αγάπης ενός πατέρα για το παιδί του. Μιας αγάπης, που μέσα στην πιο δύσκολη πραγματικότητα βρίσκει έναν ξεχωριστό τρόπο να ισορροπήσει ανάμεσα στο γέλιο και το δάκρυ.

Διαβάστε επίσης:

Mother Blaming: Η άλλη όψη της μητρότητας